Οι ακούραστοι και οι επίμονοι

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2008
Έχω προσπαθήσει αρκετά να μην ασχοληθώ με τη Siemens. Κυρίως γιατί έχω πάψει προ πολλού να πέφτω από τα σύννεφα. Όποιος πιστεύει ότι οι ακριβές τηλεοπτικές διαφημίσεις όλων των κομμάτων, οι συγκεντρώσεις, οι πανάκριβες καταχωρήσεις σε εφημερίδες και οι μετακινήσεις ψηφοφόρων με αεροπλάνα γίνονται με το κουπονάκι που αγοράζει η θείτσα και την εξόρμηση που κάνουν τα συντρόφια, τότε απλά δεν ξέρει τι του γίνεται. Καλό θα ήταν να πάρει ένα καλαθάκι, να βάλει και ένα κόκκινο σκουφάκι και να βγει στο δάσος να μαζέψει μανιτάρια. Και αν δει τον λύκο, ας πληκτρολογήσει στο GPS τη διευθύνση της γιαγιάς να πάει μια ώρα αρχίτερα να την φάει να τελειώνουμε. Έτσι κι αλλιώς οι ξυλοκόποι του παραμυθιού έχουν πάει να κόψουν κορμούς στα καμένα δάση.
Ο ταξιδιώτης υπουργός με έκανε να ασχοληθώ. Όχι ότι έχω κάτι μαζί του. Πώς μπορεί, άλλωστε, ο οποιοσδήποτε να έχει κάτι με έναν άνθρωπο που ανήκει σε εκείνη την κατηγορία που ονομάζω «ακούραστοι άνθρωποι». Με την έννοια ότι τους άγγιξε η άτιμη η νεραϊδούλα και γεννήθηκαν πλούσιοι. Κάτι σαν την Paris Hilton: Λεφτά έχουμε, απλά να κάνουμε κάτι να περνά η ώρα. Και ενώ η Paris σαχλαμαρίζεται, ο «ακούραστος» το έριξε στα κοινά. Στο χαλαρό όμως. Αρχικά, μπήκε σε τρένα, μετρά, προαστιακούς και το καταχάρηκε. Ό,τι διακόπτη βρήκε τον γύρισε, τσαφ-τσουφ, doors close please mind the gap και πάει λέγοντας. Και μετά όταν μυρίστηκε ότι έρχεται το λουκέτο στην Ολυμπιακή, σου λέει, κάτσε να πάω αλλού. Και πήγε εκεί όπου ένας ζωηρός γενικός γραμματέας έκανε όλη τη δουλειά. Μάγκας ο «ακούραστος». Και η Paris, όταν βαρεθεί ένα παιχνίδι, πάει σε ένα άλλο.
Και ύστερα ήρθαν οι μέλισσες που έλεγε και η Μαρινέλλα. Εκεί που έπαιζε αμέριμνος με θέατρα και αγάλματα, έσκασε η ιστορία με το ταξίδι.
Αν θέλω να είμαι συνεπής, βάσει του σκεπτικού που ανέπτυξα παραπάνω, ο «ακούραστος» είχε να το πληρώσει. Παρά το γεγονός ότι οι πλούσιοι είναι συνήθως οι μεγαλύτεροι ταληροφονιάδες, εγώ θα δεχθώ ότι τα έβαλε από την τσέπη του. Ακόμα και να του φέρανε το hotel voucher στο χέρι, τα έβαλε από την τσέπη του. Ακόμα και αν οι αεροσυνοδοί τον παρακαλούσαν στα γόνατα με δάκρυα στα μάτια να μπει στο ιδιωτικό τζετ, τα έβαλε από την τσέπη του. Ακόμα και αν μια γραμματέας είχε φτιάξει οκτώ σελίδες αναλυτικό πρόγραμμα μέχρι και σε ποιο περίπτερο θα σταματήσουν για να πάρουν τσιχλόφουσκες και γλιφιτζούρια, τα έβαλε από την τσέπη του.
Θα μου πεις, τότε τι σε ενοχλεί; Με ενοχλεί αυτό στο οποίο έχουμε αποκτήσει ανοσία: βλέπεις κόσμο που μέχρι χθες πείναγε να χτίζει βίλες και σου φαίνεται φυσιολογικό. Θα τον πεις «κλέφτη» για να βγάλεις το απωθημένο σου και μετά ίσως προσπαθήσεις να του μοιάσεις. Ή το πολύ πολύ να τον έχεις από κοντά μπας και κάνεις καμιά βουτιά στην πισίνα του.
Διαβάζεις για το πόθεν έσχες πολιτικών και λες «ρε συ, ο τάδε έχει δέκα διαμερίσματα και 35 εξοχικά! Γουάου ο κερατάς!». Και στο γουάου το κλείνεις το θέμα και πας για Τazo στα Starbucks. .
Τον ακούς τον άλλον να ομολογεί ότι εγώ τα έπαιρνα για το κόμμα, γιατί αυτή είναι η σύνηθης πρακτική, και λες «τον καημένο, πάνε να του τα φορτώσουν όλα». Ξαφνικά, έγινε καημένος. Ο άνθρωπος που πάνω από όλα βάζει τι; Ένα κόμμα!
Τον βλέπεις τον άλλον να μπαινοβγαίνει σε κότερα επιχειρηματιών και λες «πήρε το μάτι μου την τάδε στο κότερο της τάδε. Σα δεν ντρέπεται η βουβαλονεράιδα με 15 κιλά κυτταρίτιδα». Και στην κυτταρίτιδα κλείνει η συζήτηση.
Με λίγα λόγια, ακούς όλα τα παραπάνω με μια γαργαλιστική διάθεση και χάνεις την ουσία: Τα κόμματα αναπνέουν από το «μαύρο χρήμα» και το οξυγόνο διαχέεται σε χίλιες δύο φάτσες. Και οι φάτσες έχουν το θράσος να σου λένε, «δεν είμαστε όλοι ίδιοι» και «όποιος έχει στοιχεία να πάει στον Εισαγγελέα».
Και μετά πας στην κάλπη και βρίσκεις μία από αυτές τις φάτσες και την ξαναψηφίζεις.

Ακούραστοι άνθρωποι εναντίον επίμονων ψηφοφόρων. Οι πρώτοι γελάνε, οι δεύτεροι γκρινιάζουν.

Και η βόλτα στο δάσος για την κοκκινοσκουφίτσα συνεχίζεται....

0 έδειξαν τα νύχια τους: